You are here
Home ›Α 190/2018, 27 Μαρτίου 2018
Greece - Act 4375/2016
Greece - Act 2690/1999


Αίτηση για την ακύρωση απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του αιτούντος (Σύρου) κατά της απόφασης του Περιφερειακού Γραφείου Ασύλου Σάμου να απορρίψει αίτημα του να τύχει διεθνούς προστασίας. Το δικαστήριο, δεχόμενο το απαράδεκτο της αρχικής αίτησης και την αιτιολογία της επιτροπής, απέρριψε το αίτημα ακύρωσης.
Ο αιτών, πολίτης Συρίας, εισήλθε στην Ελλάδα, μέσω της νήσου Σάμου, προερχόμενος από την Τουρκία, και υπέβαλε αίτηση με την οποία ζήτησε να αναγνωρισθεί ως δικαιούχος διεθνούς προστασίας. Μετά από την προσωπική του συνέντευξη, το αίτημα απερρίφθη ως απαράδεκτο και με την ειδικότερη αιτιολογία ότι η Τουρκία μπορεί να χαρακτηριστεί ως «πρώτη χώρα ασύλου» ή «ασφαλής Τρίτη χώρα» για τον αιτούντα. Κατά της πράξεως αυτής ο αιτών άσκηση προσφυγή, η οποία απερρίφθη με την προσβαλλόμενη αυτή απόφαση. Ο αιτών βεβαίωσε ενυπογράφως ότι του αναγνώσθηκε το έντυπο καταγραφής του αιτήματος του, ότι συμφωνεί με το περιεχόμενό του και ότι ενημερώθηκε για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του για τ επόμενα στάδια της διαδικασίας. Η εξέταση του αιτήματος του έγινε με την ταχύρρυθμη διαδικασία. Ο αιτών ενημερώθηκε ότι η συνέντευξη είναι μέρος της εξέτασης του παραδεκτού. Ρωτήθηκε αν έχει απορίες επί της διαδικασίας και επιβεβαίωσε ότι κατανοεί.
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, μεταξύ άλλων, είπε πως ο αδερφός του ζει στη Γερμανία. Δήλωσε ότι δεν εξαρτάται απ’ αυτόν. Δήλωσε πως ο τελικός του προορισμός δεν ήταν ουδέποτε η Τουρκία, ήθελε να πάει στην Γερμανία.
Το δικαστήριο δέχτηκε την απόφαση της 3ης Ανεξάρτητης Επιτροπής Προσφύγων (την προσβαλλόμενη) πως η Τουρκία είναι ασφαλής Τρίτη χώρα για τον αιτούντα. Απέρριψε όλες τις αιτιάσεις περί του αντίθετου και αυτές ως προς την ακαταλληλότητα της διαδικασίας ως αβάσιμες. Συνεπώς, το δικαστήριο έκρινε πως η επιτροπή ορθώς απέρριψε το έτοιμα για την χορήγηση διεθνούς προστασίας στον αιτούντα ως αβάσιμο, καθώς στην περίπτωση αυτού η Τουρκία θεωρείτο πρώτη χώρα ασύλου.
Ο αιτών υπέβαλε αίτημα προσωπικής ακρόασης από την επιτροπή (της οποία η απόφαση εξετάζεται), καθώς και αίτημα για οικογενειακή συνένωση για ανθρωπιστικούς λόγους. Ισχυρίστηκε ότι υπάγεται στην κατηγορία των ευάλωτων προσώπων και ότι η εσφαλμένη εξέταση τους αιτήματος του με την ταχύρρυθμη διαδικασία προκάλεσε σ ’αυτόν σοβαρή δικονομική βλάβη. Το δικαστήριο επεσήμανε πως, όπως έχει κριθεί (ΣτΕ Ολομ. 2348/2017), η εφαρμογή της εξαιρετικής διαδικασίας δεν προϋποθέτει την έκδοση απόφασης του Συμβουλίου της ΕΕ, με την οποία να διαπιστώνεται η μαζική εισροή εκτοπισμένων υπηκόων τρίτων χωρών. Επομένως, κρίθηκε ως αβάσιμος ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ακυρωτέα, διότι δεν είχε προηγηθεί τέτοια απόφαση του Συμβουλίου της ΕΕ. Απορρίφθηκε, επίσης, ο ισχυρισμός πως η χρήση της ταχύρρυθμης διαδικασίας καθιστά διακριτική μεταχείριση κατά του Σύρου υπηκόου, καθώς τηρήθηκαν οι βασικές αρχές και εγγυήσεις της διαδικασίας κατά την εξέταση του παραδεκτού.
Απορρίφθηκαν και οι αιτιάσεις, με τις οποίες προβάλλονται πλημμέλειες της διαδικασίας εξέτασης σε πρώτο βαθμό. Απορρίφθηκε, επίσης, ο σχετικός ισχυρισμός περί παραβίασης του ενωσιακού και εθνικού δικαίου σε δικαίωμα ακρόασης καθώς, ενόψει της πλοκής της υπόθεσης, η Επιτροπή προσφύγων ορθώς έκρινε και δικαιολόγησε την απόφαση πως δεν συντρέχει λόγος ακρόασης.
Το δικαστήριο επεσήμανε πως σύμφωνα με το άρθρο 3(3) του κανονισμού 604/2013 του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου έκαστο κράτος μέλος διατηρεί το δικαίωμα να προωθεί τον αιτούντα προς ασφαλή Τρίτη χώρα, σύμφωνα με τους κανόνες και τις εγγυήσεις που θεσπίζονται στην οδηγία 2013/32/ΕΕ. Εν προκειμένω, η Επιτροπή έκρινε πως η Τουρκία καθιστά ασφαλή τρίτη χώρα και πρώτη χώρα ασύλου. Συνεπώς, το δικαστήριο απεφανθη πως η εξέταση της αίτησης ορθώς έγινε ως προς το παραδεκτό αυτής και όχι επί της ουσίας.
Σχετικά με τον ισχυρισμό περί επανένωσης με τον αδερφό του αιτούντα στη Γερμανία για ανθρωπιστικούς λόγους, το δικαστήριο αναφέρθηκε στο άρθρο 16 του ανωτέρω κανονισμού (περί της ιδιότητας εξαρτώμενου μέλους) και το άρθρο 17 (ρήτρες διακριτικής ευχέρειας). Δεδομένων αυτών, καθώς και του γεγονότος πως ο αιτών, αν και δήλωσε την επιθυμία του να επανενωθεί με τον αδελφό τους, κατά τη συνέντευξη δέχθηκε πως δεν εξαρτάται από αυτόν και η επιτροπή δεν απέρριψε προβαλλόμενη ευαλωτότητα του, το δικαστήριο απεφάνθη πως η Επιτροπή ορθώς απέρριψε σιωπηρά το αίτημα επανένωσης. Επομένως, οι προβαλλόμενοι λόγοι ακυρώσεως καθίστανται αβάσιμοι. Ιδιαίτερα, σχετικά με τη μη διερεύνηση της δυνατότητας υποβολής της αίτησης αναδοχής προς τη Γερμανία, το δικαστήριο επεσήμανε πως η υποβολή της αίτησης αυτής είναι στη διακριτική ευχέρεια της Διοίκησης καθώς και ότι το αποδεικτικό βάρος ως προς το ποιες περιστάσεις συντρέχουν, ώστε να δικαιολογείται η ενεργοποίηση της διακριτικής ευχέρειάς, φέρει ο αιτών.
Εν συνεχεία, το δικαστήριο εξέτασε το άρθρο 54 του ν.43/75/2016 το οποίο ορίζει τους λόγους για τους οποίους μπορεί να απορριφθεί μια αίτηση ως απαράδεκτη – ήτοι όταν μια χώρα συνιστά ασφαλή τρίτη χώρα για τον αιτούντα σύμφωνα με το άρθρο 56. Σύμφωνα με το αρ. 56 του ίδιου νόμου, μια χώρα θεωρείται ασφαλής για την εκάστοτε περίπτωση όταν ισχύουν, σωρευτικά και για την εξατομικευμένη περίπτωση του αιτούντα, τα αναγραφόμενα στην παράγραφο 1. Έγινε δεκτή από το δικαστήριο η απόφαση της επιτροπής πως η Τουρκία, στην περίπτωση του αιτούντα, καθιστά ασφαλή τρίτη χώρα. Έτσι, η αίτηση ορθώς κρίθηκε ως απαράδεκτη σύμφωνα με τα άρθρα 54 και 56 του ανωτέρω νόμου. Επίσης, ο αιτών ισχυρίστηκε πως ήταν ακυρωτέα η απόρριψη του αιτήματος του βάσει της σκέψης πως η Τουρκία καθιστά ασφαλή τρίτη χώρα και της κοινής δήλωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας, καθώς η αναφερόμενη στερείται νομικής ισχύος. Το δικαστήριο επεσήμανε πως η Επιτροπή έσφαλλε αποφαινόμενη πως η κοινή δήλωση είναι νομικά δεσμευτική. Παρ’όλα αυτά, το δικαστήριο, επίσης, απέρριψε τον ισχυρισμό του αιτούντα, καθώς αβασίμως στηρίχθηκε στην εσφαλμένη προϋπόθεση πως η απόρριψη του αιτήματος εχώρησε κατ’ εφαρμογή της ως άνω κοινής δήλωσης. Η κρίση της Τουρκίας ως ασφαλούς τρίτης χώρας στην περίπτωση του αιτούντα έγινε με βάση τα άρθρα 54 και 56 του νόμου. Το δικαστήριο υπογράμμισε πως ούτε η οδηγία 2013/32/ΕΕ, ούτε ο ν. 4374/2016, απαγορεύουν τη λήψη υπόψη διπλωματικών διαβεβαιώσεων και επιστολών. Επομένως, δεν συντρέχει λόγος ακυρώσεως.
Η Επιτροπή Προσφύγων απέρριψε με την προσβαλλόμενη πράξη τον ισχυρισμό του αιτούντος ότι θα απειληθεί η ζωή και η ελευθερία του σε περίπτωση επιστροφής του στην Τουρκία λόγω των συνθηκών που επικρατούν μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου. Το δικαστήριο έκρινε πως η αιτιολογία της επιτροπής δεν πλήττεται από τις αναφορές στην κατάσταση της Τουρκία, ούτε και από την ατομική περίπτωση του αιτούντος. Επομένως ο σχετικός λόγος ακυρώσεως είναι αβάσιμος.
Προβλήθηκε πως η προσβαλλόμενη πράξη δεν αιτιολογείται νομίμως καθ’ο μέρος έγινε μ’ αυτή δεκτό ότι το καθεστώς προσωρινής προστασίας των Σύρων παρέχει προστασία σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης. Οι ανωτέρω αιτιάσεις απορρίφθησαν καθώς (α) ο προσωρινός χαρακτήρας του καθεστώτος δεν συνεπάγεται αναγκαίως και την επιστροφή των προσώπων στις χώρες καταγωγής τους και (β) η κατά την οδηγία και το νόμο «προστασία σύμφωνα με τη Σύμβαση της Γενεύης» δεν αποκλείει κατ’ αρχήν την επιβολή περιορισμών.
Τέλος, το δικαστήριο δε βρήκε λόγο υποβολής προδικαστικού ερωτήματος στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αίτηση απορρίφθηκε
Council of State 2348/2017
Council of State 197/2016